Εν-συναίσθηση: Νοιάζομαι για τον πόνο του Άλλου

 

Ένα βασικό στοιχείο, σε κάθε θεραπευτική σχέση, είναι η εν-συναίσθηση, δηλαδή η ικανότητα των επαγγελματιών υγείας να μπουν στη θέση του ασθενή και να βιώσουν τα συναισθήματα, τις απογοητεύσεις και τις ματαιώσεις που βιώνει ο ίδιος.

Η εν-συναίσθηση είναι η ικανότητα να βλέπουμε τον κόσμο μέσα από τα μάτια ενός άλλου ατόμου και να αντιλαμβανόμαστε όχι μόνο αυτά που εκφράζει λεκτικά, αλλά και τα συναισθήματά του ή τα μη-λεκτικά σήματα που εκπέμπει με τη γλώσσα του σώματος.

Οι γιατροί δεν θα πρέπει να αγνοούν ή να υποτιμούν τα συναισθήματα των ασθενών και να επικεντρώνονται μόνο στην έκδηλη συμπτωματολογία, δεδομένου ότι, αυτό προσλαμβάνεται από πολλούς ασθενείς ως αδιαφορία για τη δύσκολη κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει. Η εν-συναίσθηση είναι μία βασική δεξιότητα, που μπορεί να βοηθήσει τους γιατρούς να αναγνωρίσουν, άμεσα ή έμμεσα, τα συναισθήματα των ασθενών τους και στη συνέχεια να τα διερευνήσουν και να τα χρησιμοποιήσουν περαιτέρω προς όφελος της θεραπευτικής διαδικασίας.

Μερικές φορές είναι δελεαστικό, προκειμένου να ανακουφιστούμε από την δική μας ανησυχία ή το άγχος να μιλήσουμε στον ασθενή, να υποβαθμίσουμε όλα όσα θα πούμε την στιγμή της ανακοίνωσης.

Αν δεν είστε σίγουροι για το πως αισθάνεται ο ασθενής, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε μια διερευνητική ερώτηση, όπως: ”πως αισθάνεστε γι’ αυτά που μόλις ακούσατε”, “Προφανώς, αυτά δεν είναι τα νέα που θα θέλατε να ακούσετε, αλλά πρέπει να σας ενημερώσω, ώστε να αποφασίσουμε μαζί πως θα διαχειριστούμε την νέα κατάσταση”.

Η εν-συναίσθηση συνδέεται στενά με την ικανότητα του γιατρού να αναγνωρίσει συναισθηματικούς παράγοντες, οι οποίοι συμβάλλουν στην ασθένεια και στην αγωνία του ασθενή και περιλαμβάνει αυτό που περιεκτικά περιγράφουμε ως «ακρόαση με όλες τις αισθήσεις».

Η καλή σχέση με τον ασθενή είναι καίριας σημασίας και δημιουργεί το ζωτικό χώρο, μέσα στον οποίο οι ασθενείς μπορούν να εκφράσουν τις ανησυχίες τους και να λάβουν στήριξη και συμβουλές. Η εν-συναίσθηση είναι η ικανότητα να καταλαβαίνουμε τι βιώνει ένα άλλο άτομο.

Πολλές φορές, όταν μιλάει ο ασθενής, είναι απαραίτητο να φιμώσουμε το δικό μας εσωτερικό διάλογο, ο οποίος μπορεί να μας επηρεάσει ή να μας εμποδίσει να τον ακούσουμε με προσοχή. Αυτή η συναισθηματική συνειδητοποίηση μπορεί να βελτιώσει την αποτελεσματική επικοινωνία.

Η συναισθηματική επίγνωση μπορεί να μας βοηθήσει ώστε:

  1. Να κατανοήσουμε και να συμπάσχουμε με αυτό που πραγματικά ενοχλεί τους άλλους ανθρώπους.
  2. Να κατανοήσουμε τον εαυτό μας, αναφορικά με το τι μας ενοχλεί ή με το τι θέλουμε πραγματικά.
  3. Να επικοινωνούμε με σαφήνεια και αποτελεσματικά ακόμα και αν πρέπει να στείλουμε αρνητικά μηνύματα, όπως για παράδειγμα η ανακοίνωση της διάγνωσης ενός σοβαρού νοσήματος.
  4. Να δημιουργήσουμε ισχυρές σχέσεις με εμπιστοσύνη.
  5. Να σκεφτόμαστε δημιουργικά για το πως θα επιλύσουμε συγκρούσεις, οι οποίες προκύπτουν στο πεδίο των διαπροσωπικών σχέσεων.
Για τους περισσότερους γιατρούς, ο τρόπος με τον οποίο ανταποκρίνονται και διαχειρίζονται τα συναισθήματα των ασθενών αποτελεί ένα από τα πιο δύσκολα σημεία κατά τη διάρκεια της ανακοίνωσης δυσάρεστων νέων.

Στην προσπάθεια διαχείρισης της δικής τους συναισθηματικής δυσφορίας είναι συχνά δελεαστικό να παρακρατήσουν μέρος των πληροφοριών, γεγονός που μπορεί να υποβαθμίσει τη σοβαρότητα της κατάστασης ή να δημιουργήσει μία πιο αισιόδοξη προοπτική, αναφορικά με την πρόγνωση της νόσου από ό,τι πραγματικά ισχύει και από ό,τι θα έπρεπε.

Αν και αντίστοιχες τακτικές, έχουν τη δυναμική να μειώνουν το άγχος για τους γιατρούς και τους ασθενείς τους, μπορεί να επιφέρουν μακροπρόθεσμα προβλήματα και στους δύο και να προκαλέσουν δυσφήμιση και πλήγμα στο επαγγελματικό γοήτρου του γιατρού.

Είναι σημαντικό λοιπόν, να πραγματοποιηθεί αποτελεσματική διαχείριση των συναισθημάτων που προκύπτουν κατά την ανακοίνωση δυσάρεστων νέων. Η τεχνική αυτή ονομάζεται εν-συναίσθηση και περιλαμβάνει απλά στάδια, όπως:

Βήμα 1: Ακούστε προσεκτικά τον ασθενή και εντοπίστε τα συναισθήματα και την αιτία των συναισθημάτων, τα οποία δημιουργούνται κατά τη διάρκεια της συζήτησης. Αν δεν είστε σίγουροι για το τι αισθάνεται ο ασθενής, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε διευκρινιστικές ερωτήσεις, όπως: «πώς αισθάνεστε;», «τι πιστεύετε γι’ αυτό που μόλις τώρα σας είπα;».

Βήμα 2: Δείξτε στον ασθενή ότι έχετε κατανοήσει τα συναισθήματά του: «σαφώς αυτό είναι πολύ οδυνηρό για εσάς», «αυτό δεν είναι κάτι που θα θέλατε να ακούσετε, το ξέρω», «εύχομαι, η είδηση να ήταν καλύτερη», «μπορώ να καταλάβω πως μπορεί να αισθάνεστε». Με σκοπό να ελαχιστοποιήσετε τα συναισθήματα αμηχανίας, δώστε στον ασθενή να καταλάβει ότι τα συναισθήματά του είναι απολύτως φυσιολογικά. Συνδυάζοντας την εν-συναίσθηση με τις διερευνητικές ερωτήσεις, δείχνετε ότι έχετε κατανοήσει και αναγνωρίζετε την ανθρώπινη πλευρά του ιατρικού προβλήματος.

Αποσπάσματα από το βιβλίο της Έφης Σίμου: Επικοινωνία Γιατρού- Ασθενούς: Ένας Πρακτικός Οδηγός Δεξιοτήτων Επικοινωνίας.

Recommended Posts