Μιλάμε με τον Ασθενή

Μιλάμε με τον Ασθενή

Η ειλικρινής συζήτηση με τον γιατρό και άλλους επαγγελματίες υγείας μπορεί να λυτρώσει από την αβεβαιότητα και την ανασφάλεια της ασθένειας και να γκρεμίσει το τείχος της ασυνεννοησίας, με το οποίο βρισκόμαστε αντιμέτωποι, όταν απαιτείται να πλοηγηθούμε σε ένα πολύπλοκο και κατακερματισμένο υγειονομικό σύστημα.

Ζητώντας ανατροφοδότηση από τον ασθενή δεν διασφαλίζεται μόνο η ασφάλεια ως προς τη διαχείριση της νόσου, αλλά, παράλληλα, αποστέλλεται ένα πολύ ισχυρό μήνυμα ότι ο γιατρός πραγματικά ενδιαφέρεται.

Για έναν ασθενή, o οποίος έρχεται αντιμέτωπος με μια κατάσταση κρίσης, δεν υπάρχουν ανόητες ερωτήσεις και οι επαγγελματίες υγείας θα πρέπει να τον ενθαρρύνουν να εκφράσει τους φόβους και τις ανησυχίες του και να ανοίξουν την πόρτα της ειλικρινούς επικοινωνίας.

Επιπλέον, για να διεξάγουμε πιο αποτελεσματική και ουσιαστική συνέντευξη με τον ασθενή προτείνεται:

  1. Η αποφυγή συστάσεων κατά τη διάρκεια της λήψης του ιατρικού ιστορικού, δηλαδή στη φάση κατά την οποία συλλέγονται, όλες οι χρήσιμες πληροφορίες.

    Οι συστάσεις μπορεί να αποτρέψουν και να εμποδίσουν τον ασθενή να ενημερώσει με όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, γεγονός που μπορεί να επηρεάσει την αντίληψη του γιατρού, ώστε να μπορέσει να δει την πλήρη και μεγάλη εικόνα της συμπτωματολογίας ή της αιτιολογίας της ασθένειας. Επιπλέον, τόσο ο γιατρός, όσο και ο ασθενής θα πρέπει να αποφεύγουν να βγάζουν βιαστικά συμπεράσματα και να μεταβαίνουν από το ένα θέμα στο άλλο. Υπό αυτό το πρίσμα, ο γιατρός θα πρέπει να αποφεύγει να προβαίνει σε γρήγορες διαγνωστικές και θεραπευτικές λύσεις, χωρίς να ακούσει πρώτα όλα τα δεδομένα.

  2. Ο καθορισμός από τον γιατρό, του βαθμού αλφαβητισμού- ικανότητα ανάγνωσης και υπολογισμού συγκεκριμένων αριθμητικών πράξεων- του ασθενούς, δηλαδή της ικανότητας του να κατανοεί συγκεκριμένες ιατρικές πληροφορίες, καθώς και το επίπεδο όρασης και ακοής, γιατί όλα αυτά τα στοιχεία μπορεί να από-μειώσουν την ικανότητα του ασθενούς να κατανοήσει και επομένως να εφαρμόσει σωστά, τις προτεινόμενες ιατρικές οδηγίες.

    Ο γιατρός δεν θα πρέπει να κάνει υποθέσεις, ότι οι όλοι οι ασθενείς είναι σε θέση ή έχουν την ικανότητα να κατανοήσουν, όλες τις πληροφορίες που τους δίδονται. Δεν θα πρέπει να υποθέσει επίσης, ότι όταν οι ασθενείς έχουν προβλήματα θα επικοινωνήσουν μαζί του. Πολλές φορές οι ασθενείς μπορεί να διακόψουν ή να τροποποιήσουν τη θεραπεία χωρίς να ενημερώσουν τον γιατρό τους.

  3. Διευκρίνιση αναφορικά με το ποιες πληροφορίες οι ασθενείς θα ήθελαν να γνωρίζουν για την ασθένεια τους και ιεράρχηση προτεραιοτήτων στην κάλυψη των αναγκών, τις οποίες οι ασθενείς ιεραρχούν πρώτα.

    Επίσης, πριν ο γιατρός προχωρήσει στην παροχή επιπλέον πληροφοριών, θα πρέπει να βεβαιωθεί ότι ο ασθενής έχει κατανοήσει πλήρως τις προηγούμενες. Με αυτό τον τρόπο, αποφεύγεται να βομβαρδιστεί ο ασθενής με νέες πληροφορίες και του δίδεται ο απαραίτητος χρόνος να εξοικειωθεί με την νέα ιατρική ορολογία, ειδικά στα πρώτα στάδια της νόσου που όλα είναι άγνωστα και νέα για τον ασθενή και που, επιπλέον, επιβαρύνεται ψυχολογικά από το συναισθηματικό φόρτο της ανακοίνωσης της διάγνωσης. Στην περίπτωση περίπλοκων ασθενειών ή θεραπειών, ο γιατρός θα πρέπει να ελέγξει αν ο ασθενής θα ήθελε περισσότερες γραπτές πληροφορίες, ώστε να έχει το χρόνο να τις διαβάσει και να τις κατανοήσει σε πιο ήρεμο περιβάλλον. Σε κάποιους ασθενείς που δεν γνωρίζουν ανάγνωση ή έχουν προβλήματα με την όρασή τους θα μπορούσε ο θεράπων γιατρός να τους προμηθεύσει με μαγνητοφωνημένες ιατρικές οδηγίες.

  4. Χρήση εν-συναίσθησης κατά την ιατρική επίσκεψη, ώστε ο γιατρός να δείξει ότι καταλαβαίνει πως αισθάνεται ο ασθενής.

    Για παράδειγμα, μπορεί να πει: «λέτε ότι τα καταφέρνετε καλά, αλλά έχω την αίσθηση ότι παλεύετε πολύ με αυτή τη θεραπεία και σας δυσκολεύει». Ακόμη και αν αυτή η εικασία είναι εσφαλμένη, δημιουργείται η αίσθηση ότι ο γιατρός προσπαθεί να κατανοήσει το πρόβλημα του.

  5. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης είναι σημαντικό να είμαστε ειλικρινείς και, ταυτόχρονα, να μην υποτιμούμε τη σημαντικότητα της κατάστασης, προκειμένου να μην ανησυχήσουμε τον ασθενή, γιατί αυτό μπορεί να οδηγήσει σε εφησυχασμό του για την κατάσταση και τις επιπτώσεις της ασθένειας στη ζωή του.

    Υποτίμηση της σοβαρότητας που ενέχει η κατάσταση της υγείας του μπορεί να αποβεί εξαιρετικά παραπλανητική και να δημιουργήσει σύγχυση στον ασθενή μέσω αντικρουόμενων πληροφοριών τις οποίες μπορεί να συλλέξει από άλλες πηγές.

  6. Επανεφεύρεση των συναισθημάτων μας.

    Μιλήστε για τα συναισθήματα σας. Δηλώσεις όπως: «είμαι ανήσυχος», «θέλω» και «αισθάνομαι», μπορεί να διευκολύνουν και να βοηθήσουν το άλλο άτομο να μάθει περισσότερα για την άποψή σας. Επιπλέον, χρησιμοποιείστε φράσεις όπως: «τι μπορώ να κάνω για εσάς», «πείτε μου πως μπορώ να σας βοηθήσω», «λυπάμαι που αισθάνεστε έτσι», «καταλαβαίνω τις ανησυχίες σας», «είμαι απασχολημένος τώρα, θα είμαι μαζί σας σε λίγα λεπτά».

Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε μια συγκλονιστική αλήθεια: από τη στιγμή που ο ασθενής φεύγει από το γραφείο του γιατρού ή το νοσοκομείο, είναι στο σπίτι του μόνος ή με την οικογένεια του, η οποία επίσης, τις περισσότερες φορές, στερείται εξειδικευμένων γνώσεων.

Θα πρέπει, λοιπόν, οι ασθενείς να ενθαρρύνονται να κάνουν ερωτήσεις και να εκφράσουν ελεύθερα τις απορίες, τις ανησυχίες και τα συναισθήματά τους, ώστε όταν μείνουν μακριά από τις υπηρεσίες ιατρικής περίθαλψης, να μπορούν να διαχειριστούν μόνοι τους και αποτελεσματικά την ασθένεια.

Αποσπάσματα από το βιβλίο της Έφης Σίμου: Επικοινωνία Γιατρού- Ασθενούς: Ένας Πρακτικός Οδηγός Δεξιοτήτων Επικοινωνίας

Τι να Συζητήσω με τον Ασθενή

Τι να Συζητήσω με τον Ασθενή

 

Ο ασθενής ο οποίος ενημερώνεται σφαιρικά και με ειλικρίνεια προετοιμάζεται και νοιώθει ότι έχει κάποιον έλεγχο σε όλα όσα του συμβαίνουν και με αυτόν τον τρόπο αναπτύσσει μεγαλύτερο ψυχικό σθένος, καθώς και μεγαλύτερη ευθύνη στην αντιμετώπιση των επιπλοκών, που θα προκύψουν από την ασθένεια ή τη θεραπεία.

Ο γιατρός θα πρέπει να ενθαρρύνει τους ασθενείς να μοιραστούν τις εμπειρίες τους, αναφορικά με την ασθένεια και τη θεραπεία και να εκφράσουν αναπάντητα ερωτήματα και παρανοήσεις που μπορεί να αφορούν διάφορα ζητήματα, όπως για παράδειγμα:

  1. Το σκοπό της φαρμακευτικής αγωγής.
  2. Τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η φαρμακευτική αγωγή.
  3. Τη δόση και τη διάρκεια της θεραπείας.
  4. Τους μακροπρόθεσμους στόχους της θεραπείας.
  5. Τις δυσμενείς επιπτώσεις και τους κινδύνους που μπορεί να ενέχει η θεραπεία.

Η αποτελεσματική επικοινωνιακή διαδικασία, μπορεί να βελτιστοποιήσει την πιθανότητα και τις ευκαιρίες των ασθενών να λαμβάνουν τεκμηριωμένες αποφάσεις, να χρησιμοποιούν σωστά τα φάρμακα και να ανταποκριθούν στους θεραπευτικούς στόχους.

Όταν ο γιατρός παρέχει πληροφορίες αναφορικά με τη διάγνωση, θα πρέπει να συζητά με τον ασθενή για:

  1. Τη φύση, της ασθένειας και των συμπτωμάτων της.
  2. Το βαθμό αβεβαιότητας, της προτεινόμενης διαγνωστικής εξέτασης.
  3. Την πιθανότητα για περαιτέρω διερευνητικές εξετάσεις.
  4. Τη διαθέσιμη ιατρική γνώση, για τη συγκεκριμένη ασθένεια.
  5. Τη συμμετοχή του ασθενή στη θεραπευτική διαδικασία.
  6. Εναλλακτικές πηγές αναζήτησης πληροφόρησης, για την ασθένεια και τις διαγνωστικές εξετάσεις.

Όταν ο γιατρός παρέχει πληροφορίες, αναφορικά με την προτεινόμενη θεραπευτική παρέμβαση, θα πρέπει:

  1. Να προβαίνει σε περιγραφή της παρέμβασης, η οποία θα περιλαμβάνει πληροφορίες για το αν αυτή είναι επιστημονικά συμβατή ή βρίσκεται σε πειραματικό στάδιο ή εντάσσεται σε κύκλο κλινικής έρευνας.
  2. Να εξηγεί τα οφέλη, τους κινδύνους και τις παρενέργειες της προτεινόμενης παρέμβασης σε σχέση με άλλες εναλλακτικές λύσεις.
  3. Να εξηγεί πόσο άμεσα θα πρέπει να προχωρήσουν στην προτεινόμενη παρέμβαση.
  4. Να ενημερώνει για τα μέλη της ιατρικής ομάδας που θα υλοποιήσουν την παρέμβαση.
  5. Να ενημερώνει για το πόσος χρόνος απαιτείται για την πλήρη ανάνηψη του ασθενή, μετά την παρέμβαση.
  6. Να ενημερώνει για το ακριβές συνολικό κόστος της παρέμβασης.
  7. Να παρέχει πληροφορίες για μακροπρόθεσμες ανεπιθύμητες ενέργειες σε ψυχολογικό, σωματικό και οικονομικό επίπεδο.

Ενώ, είναι σημαντικό να συζητάμε με τον ασθενή, εξίσου σημαντικό είναι να τον ακούμε με προσοχή. Όταν ακούμε και δίνουμε χρόνο και προσοχή στους άλλους, περιορίζοντας τις δικές μας βεβαιότητες, αντιλήψεις και προκαταλήψεις, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να μάθουμε κάτι καινούργιο και να αποκτήσουμε βαθύτερη γνώση για τη ζωή.

Αποσπάσματα από το βιβλίο της Έφης Σίμου : Αποφασίζουμε Μαζί: Η Συμμετοχή των Ασθενών στη Λήψη Αποφάσεων για την Υγεία

Τι Καταλαβαίνουν οι Ασθενείς;

Τι Καταλαβαίνουν οι Ασθενείς;


Η συμμετοχική λήψη απόφασης αναγνωρίζει το δικαίωμα του ασθενούς να λαμβάνει αποφάσεις για την υγεία του, στο πλαίσιο της πλήρους και έγκυρης ενημέρωσης για τις επιλογές, τις οποίες έχει στη διάθεσή του. Αυτό προϋποθέτει την παροχή επιστημονικά τεκμηριωμένων δεδομένων, αναφορικά με τα οφέλη και τους κινδύνους, ενός φαρμάκου ή μιας θεραπείας από τους επαγγελματίες υγείας.

Κεντρική διαδικασία στη λήψη απόφασης είναι η αμφίδρομη ανταλλαγή πληροφορίας, μεταξύ του ασθενούς και του γιατρού. Η ανταλλαγή πληροφορίας είναι ζωτικής φύσης για τη σωστή διάγνωση και την καταλληλότητα του προτεινόμενου θεραπευτικού σχήματος.

Continue reading

Πως Καταλαβαίνουν Καλύτερα οι Ασθενείς;

Πως Καταλαβαίνουν Καλύτερα οι Ασθενείς;

Πολλοί ασθενείς απαιτούν να λαμβάνουν όλη τη διαθέσιμη πληροφορία, αναφορικά με την ασθένεια και τη θεραπεία. Το ενδιαφέρον για την παροχή ιατρικής πληροφορίας συνδέεται με τις μικρότερες ηλικίες και το υψηλότερο εκπαιδευτικό επίπεδο, ενώ οι μεγαλύτεροι σε ηλικία ασθενείς προτιμούν λιγότερη πληροφόρηση, καθώς δεν αισθάνονται ασφαλείς να λαμβάνουν αποφάσεις, οι οποίες μπορεί να αυξάνουν την ανασφάλεια τους για τη διαχείριση της υγείας τους.

Οι γιατροί δεν θα πρέπει να υποθέτουν ότι όλη η πληροφορία η οποία παρέχεται στους ασθενείς γίνεται πλήρως κατανοητή. Για τον λόγο αυτό θα πρέπει:

  1. Να αποφεύγεται η χρήση ιατρικής ορολογίας. Οι τεχνικοί ιατρικοί όροι και οι συντομογραφίες μπορεί να ακούγονται, σε πολλούς ασθενείς, σαν ξένη γλώσσα. Θα πρέπει επίσης να καταβάλλεται προσπάθεια εκλαΐκευσης της ιατρικής γνώσης, ανάλογα με το επίπεδο του ασθενούς.
  2. Να χρησιμοποιούνται αριθμοί όπου είναι εφικτό, δεδομένου ότι οι άνθρωποι ερμηνεύουν διαφορετικά τις λέξεις όπως σπάνια, συχνά, είναι πιθανό κτλ. Παρόλα αυτά, χρήσιμη είναι η υπενθύμιση ότι πολλοί άνθρωποι έχουν φτωχό επίπεδο λειτουργικού αλφαβητισμού και δεν αντιλαμβάνονται σύνθετες έννοιες, όπως είναι τα ποσοστά και τα κλάσματα.
  3. Να χρησιμοποιούνται γραπτές οδηγίες με γραφικά και φωτογραφίες, οι οποίες βοηθούν στην κατανόηση και την απομνημόνευση της πληροφορίας.
  4. Να γίνεται έλεγχος του βαθμού κατανόησης, μέσω επανελέγχου και διευκρινιστικών ερωτήσεων από το γιατρό.
  5. Να παρέχεται έντυπο πληροφοριακό υλικό και βοηθήματα λήψης απόφασης, τα οποία μεγιστοποιούν τη συμμόρφωση του ασθενούς στις ιατρικές οδηγίες. Εκτός από πληροφορίες για την ασθένεια και τη θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνουν και παραδείγματα άλλων ασθενών.
  6. Να γίνεται ενημέρωση για άλλες πηγές ενημέρωσης και υποστήριξης ασθενών, όπως μπορεί να είναι ιστοσελίδες ιατρικών εταιρειών και συλλόγων ασθενών.

Η παροχή πληροφορίας είναι ζωτικής φύσης, αλλά η πληροφορία από μόνη της δεν είναι αρκετή. Θα πρέπει να συμπληρώνεται από διαδικασίες επικουρικές στη λήψη της απόφασης, εξατομικευμένες στις ανάγκες του κάθε ασθενή.

Η πληροφόρηση σχετικά με την ασθένεια και τη θεραπεία είναι πιο αποτελεσματική, όταν πραγματοποιείται σταδιακά και μέσα από συχνές και τακτικές συναντήσεις.

Αρχικά, αναμένουμε να υπάρξει ένα στάδιο εξοικείωσης με την ονομασία των επεμβάσεων ή των φαρμάκων, τη δοσολογία, καθώς και τις παρενέργειές τους.

Η ενεργός συμμετοχή του ασθενούς αποσκοπεί στην αίσθηση ελέγχου των συμπτωμάτων και κατ’ επέκταση της ασθένειας, ως γεγονός που ενισχύει την αυτοπεποίθησή του. Ο ασθενής θα πρέπει να ενθαρρύνεται να εκφράσει ελεύθερα τις απορίες, τις ανησυχίες και τα συναισθήματα του.

Επιπλέον, δεν θέλουν όλοι οι ασθενείς το ίδιο επίπεδο πληροφόρησης. Κάποιοι θέλουν μια γενική ενημέρωση και κάποιοι άλλοι απαιτούν εξαντλητικές λεπτομέρειες.

Ο γιατρός θα πρέπει να αξιολογήσει το επίπεδο πληροφόρησης, το οποίο αναζητά ο κάθε ασθενής και να παρουσιάσει αυτές τις πληροφορίες με τρόπο σαφή και κατανοητό.

Ένα πρώτο βήμα θα αποτελούσε η παρουσίαση των κινδύνων και των πλεονεκτημάτων μιας θεραπείας, στη συνέχεια να περιμένει από τον ασθενή να ζητήσει πρόσθετες πληροφορίες και, τέλος, να προβεί σε επαλήθευση αν αυτές οι πληροφορίες έγιναν κατανοητές, αν οι ερωτήσεις και οι απαντήσεις του προκαλούν σύγχυση. Στην περίπτωση στην οποία, ο ασθενής δεν έχει ερωτήσεις και αισθάνεται άβολα, αυτή είναι μια καλή ευκαιρία για τον γιατρό να σταματήσει τη συζήτηση, δεδομένου ότι η παροχή πολλών και νέων πληροφοριών δεν αποτελεί πάντα την καλύτερη προσέγγιση.

Εξίσου και οι γιατροί και οι ασθενείς έχουν ανάγκη να αναπτύξουν τη δεξιότητα, ώστε να λειτουργήσουν σύμφωνα με το δικό τους πλαίσιο αναφοράς, αλλά παράλληλα να δουν και να αποδεχτούν την οπτική των άλλων.

Όταν επιτελείται αποτελεσματικά ο διαμοιρασμός της γνώσης και της πληροφορίας, ενεργοποιείται η από κοινού λήψη αποφάσεων, αυξάνεται η ικανοποίηση των ασθενών, καθώς και η ικανότητα τους να διαχειριστούν αποτελεσματικά την ασθένεια, αυξάνεται η εμπιστοσύνη στον γιατρό και όλα τα παραπάνω, συνεργατικά, οδηγούν στη μεγαλύτερη δέσμευση των ασθενών στο προτεινόμενο θεραπευτικό σχήμα.

Αποσπάσματα από το βιβλίο της Έφης Σίμου: Επικοινωνία Γιατρού- Ασθενούς: Ένας Πρακτικός Οδηγός Δεξιοτήτων Επικοινωνίας.

Εν-συναίσθηση: Νοιάζομαι για τον πόνο του Άλλου

Εν-συναίσθηση: Νοιάζομαι για τον πόνο του Άλλου

 

Ένα βασικό στοιχείο, σε κάθε θεραπευτική σχέση, είναι η εν-συναίσθηση, δηλαδή η ικανότητα των επαγγελματιών υγείας να μπουν στη θέση του ασθενή και να βιώσουν τα συναισθήματα, τις απογοητεύσεις και τις ματαιώσεις που βιώνει ο ίδιος.

Η εν-συναίσθηση είναι η ικανότητα να βλέπουμε τον κόσμο μέσα από τα μάτια ενός άλλου ατόμου και να αντιλαμβανόμαστε όχι μόνο αυτά που εκφράζει λεκτικά, αλλά και τα συναισθήματά του ή τα μη-λεκτικά σήματα που εκπέμπει με τη γλώσσα του σώματος.
Continue reading

Δυσάρεστες Συζητήσεις: Ανακοίνωση της Διάγνωσης

Δυσάρεστες Συζητήσεις: Ανακοίνωση της Διάγνωσης

Η στιγμή της ανακοίνωσης της διάγνωσης αποτελεί μία καθοριστική στιγμή που παραμένει βαθιά χαραγμένη στη μνήμη του ασθενή και των συγγενών του και μπορεί να επηρεάσει καθοριστικά τη διαχείριση και την έκβαση της νόσου.

Η συζήτηση σχετικά με το βαθμό και το επίπεδο της αλήθειας αναφορικά με τη διάγνωση έχει αναπτυχθεί σοβαρά τα τελευταία χρόνια. Αν και οι επαγγελματίες υγείας μοιράζονται πλέον περισσότερες πληροφορίες με τον ασθενή, πολλές φορές μπορεί να επικρατήσει η λογική της απόκρυψης πληροφοριών, δεδομένου ότι κυριαρχεί η αντίληψη πως η πρακτική αυτή μπορεί να είναι προς το συμφέρον του ασθενή.

Continue reading

Επικοινωνία Δυσάρεστων Νέων: Όταν η Αλήθεια Πονάει

Επικοινωνία Δυσάρεστων Νέων: Όταν η Αλήθεια Πονάει

Στον τομέα της υγείας, τα δυσάρεστα νέα μπορεί να σημαίνουν διαφορετικά πράγματα, για διαφορετικούς ανθρώπους. Μιλώντας γενικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι η πληροφορία που επηρεάζει δυσμενώς την άποψη και την προοπτική του ατόμου για το μέλλον του και τη ζωή του ή εμπεριέχει τον κίνδυνο διατάραξης ενός καθιερωμένου τρόπου ζωής. Δυσάρεστα νέα μπορεί να είναι επίσης η υποτροπή και εξάπλωση μιας νόσου ή η αποτυχία του θεραπευτικού σχήματος και η εμφάνιση καταστροφικών παρενεργειών από τη θεραπεία.

Continue reading

Ανακοίνωση της Διάγνωσης: Ελάτε να το Συζητήσουμε

Ανακοίνωση της Διάγνωσης: Ελάτε να το Συζητήσουμε

Πριν ξεκινήσετε την ανακοίνωση των δυσάρεστων νέων, θα πρέπει να έχετε συγκεντρώσει αρκετές πληροφορίες, για τον τρόπο με τον οποίο ο ασθενής αντιλαμβάνεται την ιατρική του κατάσταση και, κυρίως, για το πως αντιλαμβάνεται τη σοβαρότητα της κατάστασης.

Παρότι ο κάθε γιατρός μπορεί να επιλέξει το δικό του προσωπικό στυλ, παρατίθενται κάποια παραδείγματα, όπως: «τι νομίζετε ότι σας συμβαίνει;», «ανησυχείτε ότι είναι κάτι σοβαρό;».

Continue reading

Επικοινωνία Δυσάρεστων Νέων: Πως Αισθάνονται οι Ασθενείς

Επικοινωνία Δυσάρεστων Νέων: Πως Αισθάνονται οι Ασθενείς

Κατά τη διάρκεια της ανακοίνωσης των δυσάρεστων νέων, πολλά συναισθήματα και παρατεταμένες συναισθηματικές καταστάσεις μπορεί να κατακλύσουν τον ασθενή. Οι ασθενείς αναφέρουν μία ποικιλία συναισθηματικών αντιδράσεων στο άκουσμα δυσάρεστων νέων, όπως σοκ, τρόμος, θυμός, άγχος, θλίψη, αποδοχή της νέας κατάστασης.

Η συμπεριφορά του γιατρού και ο τρόπος που επικοινωνεί τα δυσάρεστα νέα είναι πιο σημαντικά από ότι οι πληροφορίες που δόθηκαν κατά τη διάρκεια της κλινικής συνάντησης.

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ασθενείς, οι οποίοι αισθάνονταν ότι η παροχή πληροφοριών πραγματοποιήθηκε με λανθασμένο τρόπο, είχαν διπλάσιες πιθανότητες να είναι καταθλιπτικοί ή ανήσυχοι σε σχέση με τους ασθενείς οι οποίοι ήταν ικανοποιημένοι.

Ας δούμε, όμως, κάποια από τα πιο συνηθισμένα συναισθήματα που βιώνει ο ασθενής, προκειμένου να κατανοήσουμε τον τρόπο με τον οποίο βιώνει την ανακοίνωση των δυσάρεστων νέων.

Άγχος

Το άγχος αποτελεί μία καθολική απάντηση στην αβεβαιότητα, η οποία προκαλεί μια απειλητική για τη ζωή ασθένεια και η απειλή του θανάτου. Η ανησυχία σηματοδοτεί απειλή για την ευημερία και την ακεραιότητα του ατόμου.

Χαμηλά επίπεδα άγχους μπορεί να ενεργοποιήσουν τον ασθενή να κινητοποιηθεί στην αντιμετώπιση της νέας απειλής για τη ζωή του. Το υπερβολικό άγχος μπορεί να λειτουργήσει συγχυτικά και να εμποδίσει τον ασθενή να διαχειριστεί αποτελεσματικά τη νέα κατάσταση που καλείται να αντιμετωπίσει.

Ο φόβος για το πως θα εξελιχθούν τα συμπτώματα, το άγνωστο και το πρωτόγνωρο της εμπειρίας, ο φόβος για τα φάρμακα και τις εξετάσεις, μπορούν επίσης να επιτείνουν την αίσθηση του άγχους.

Οι ασθενείς με άγχος μπορεί να μην ανεχθούν θεραπείες με επιτυχία και να διακόψουν τα χορηγούμενα θεραπευτικά σχήματα. Το άγχος μπορεί να οδηγήσει ορισμένους ασθενείς να αποκρύψουν σημαντικές πληροφορίες σχετικά με τα συμπτώματα, λόγω του φόβου για το τι θα μπορούσε να αποκαλυφθεί.

Επίσης, ανήσυχοι ασθενείς δεν μπορούν να αφομοιώσουν τις νέες πληροφορίες και μπορεί να κάνουν, ξανά και ξανά, τις ίδιες ερωτήσεις, να μην κάνουν λογικές ερωτήσεις ή να είναι καχύποπτοι στις συστάσεις του γιατρού. Ακόμα, το άγχος μπορεί να μειώσει την αντοχή στον πόνο και να προκαλέσει εντατικοποίηση της σωματικής δυσφορίας.

Η άρνηση της ασθένειας είναι ένα παράδειγμα μίας ακραίας μορφής άγχους, κατά την οποία ο ασθενής δείχνει ότι η πραγματικότητα της ασθένειας είναι αφόρητη. Η άρνηση χρησιμεύει ως ψυχολογική άμυνα προστατεύοντας τον ασθενή, τουλάχιστον προσωρινά, από τον πόνο και τη δυστυχία που σχετίζονται με την πραγματικότητα.

Όταν ο κλινικός γιατρός βρεθεί αντιμέτωπος με έναν ανήσυχο ασθενή, θα πρέπει να αναγνωρίσει και να διαφοροποιήσει το βαθμό στον οποίο το άγχος αντιπροσωπεύει μία οξεία ή υποξεία αντίδραση στην ασθένεια ή αποτελεί μέρος μίας πραγματικά αγχώδους διαταραχής και κατάθλιψης.

Σε γενικές γραμμές, οι ασθενείς που είναι εξαιρετικά ανήσυχοι επεξεργάζονται με δυσκολία τις νέες πληροφορίες.

Ενήμεροι γιατροί, οι οποίοι παρέχουν στον ασθενή την ευκαιρία να μοιραστεί τις ανησυχίες και τους φόβους του, αναπτύσσουν το έδαφος για αποτελεσματικότερη διαχείριση της ιατρικής κατάστασης που αντιμετωπίζουν.

Θυμός

Επίσης, πολλοί ασθενείς αντιδρούν με θυμό στην αναγγελία δυσάρεστων νέων. Ο θυμός σε αυτήν την περίπτωση είναι συχνά μία απάντηση στην απώλεια ή στην νέα απειλητική κατάσταση και εξυπηρετεί τον σκοπό της κινητοποίησης των εσωτερικών συναισθηματικών πόρων και αντοχών για την καταπολέμηση της ασθένειας.

Πολλοί παράγοντες μπορεί να συνεισφέρουν στη μεγιστοποίηση των συναισθημάτων θυμού: καθυστερήσεις στη διάγνωση, κατάθλιψη, ενδοοικογενειακές συγκρούσεις, πόνος που παραμένει χωρίς παρηγορητική αγωγή, απογοήτευση, συναισθήματα εγκατάλειψης από το Θεό (για όσους πιστεύουν), έλλειψη προοπτικής. Τα συναισθήματα αυτά μπορεί να εκφραστούν έμμεσα με οργή του ασθενούς στον ίδιο ή στον γιατρό του.

Κακή διαχείριση, καθημερινές ταπεινώσεις και ενοχλήσεις στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης μπορεί επίσης να επιτείνουν την κατάσταση.

Μερικοί ασθενείς μπορεί να εκφράσουν το θυμό τους πολύ άμεσα και ανοιχτά, ενώ άλλοι μπορεί να αντιδράσουν εκφράζοντας τη λύπη τους και προσπαθώντας να ελέγξουν και να αμβλύνουν το συναίσθημα του θυμού.

Όταν ένας ασθενής είναι θυμωμένος, η ακρόαση, η αναγνώριση και η επικύρωση των συναισθημάτων του μπορεί να λειτουργήσουν θεραπευτικά.

Ενθαρρύνοντας τον ασθενή να μιλήσει για τα συναισθήματά του και τις πηγές από τις οποίες εκπορεύεται ο θυμός του μπορεί να λειτουργήσει ως η κατάλληλη συνταγή που θα αμβλύνει το συναισθηματικό πόνο, καθώς και να εξομαλύνει το πλάνο της θεραπευτικής διαδικασίας.

Το να αισθανθεί ο ασθενής ότι τον ακούν και τον κατανοούν μπορεί να βοηθήσει να διαλυθεί ο θυμός του.

Από την άλλη πλευρά, όταν ο γιατρός ανταποκρίνεται αμυντικά, ο θυμός του ασθενή μπορεί να κλιμακωθεί. Η επικοινωνία με ζεστασιά, η εν-συναίσθηση και η κατανόηση μπορεί να βοηθήσουν τον ασθενή να ανακτήσει το χαμένο έλεγχο και την αίσθηση προοπτικής.

Ένας από τους καλύτερους τρόπους για να προετοιμαστεί ένας ασθενής για τη συμμετοχή του στις αποφάσεις της θεραπείας, είναι να εξασφαλιστεί ότι καταλαβαίνει τις πληροφορίες που του έχουν δοθεί.

Η ψυχολογική κατάσταση μπορεί να επηρεάσει τον τρόπο με τον οποίο οι πληροφορίες θα γίνουν αντιληπτές. Για παράδειγμα, όταν είμαστε θυμωμένοι είναι εύκολο να πούμε πράγματα που δεν τα εννοούμε πραγματικά, που μπορεί αργότερα να μετανιώσουμε ή μπορεί να παρερμηνευθούν από τους άλλους.

Όταν είμαστε αγχωμένοι και συναισθηματικά συγκλονισμένοι ή ευάλωτοι δημιουργούμε περισσότερες πιθανότητες αυτά που λέμε να παρερμηνευθούν από άλλους, να στείλουμε απωθητικά ή συγχυτικά μη λεκτικά μηνύματα και σήματα, τα οποία συνήθως οφείλονται σε σπασμωδική συμπεριφορά και δεν ισχύουν σε κανονικές συνθήκες ψυχικής διάθεσης.

Ωστόσο, η διαδικασία της προσαρμογής στις θλιβερές ειδήσεις μπορεί να πάρει μέρες ή και εβδομάδες. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ο ασθενής είναι απορροφημένος με θέματα ζωής και θανάτου, με την ανησυχία και την αβεβαιότητα που ενέχει η ματαιότητα της ίδιας του της ύπαρξης και θα πρέπει να υπάρξει κατανόηση και να δοθεί ο κατάλληλος χρόνος αντίδρασης και προσαρμογής στη νέα κατάσταση.

Αποσπάσματα από το βιβλίο της Έφης Σίμου: Επικοινωνία Γιατρού- Ασθενούς: Ένας Πρακτικός Οδηγός Δεξιοτήτων Επικοινωνίας.